Σάββατο 5 Ιανουαρίου 2008

ζωνωση.

Θαλάσσια ζώνωση είναι ένας σχετικά σύγχρονος όρος στην Υδροβιολογία και Ωκεανογραφία. Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζεται η βυθομετρική διαίρεση ενός ωκεανού, θάλασσας ή λίμνης σε παράλληλες μεταξύ τους ζώνες από την επιφάνεια μέχρι του βυθού. Έτσι σε μια κάθετη νοητή τομή του υγρού στοιχείου στους παραπάνω χώρους διακρίνονται οι παρακάτω πέντε βυθομετρικές ζώνες:

1. Επιπελαγική ζώνη: Αρχίζει από την επιφάνεια μέχρι βάθους 100 μέτρων, λέγεται και ζώνη φωτός.
2. Μεσοπελαγική ζώνη: Αρχίζει από τα 101 μ. και φθάνει σε βάθος τα 1000 μ.,.
3. Βαθυπελαγική ζώνη: Αρχίζει από τα 1001 μ. και φθάνει σε βάθος τα 4.000 μ., λέγεται επίσης και ζώνη βαθιάς θάλασσας. Υπόψη ότι το βάθος των 3.800 μ. θεωρείται μέσο βάθος ωκεανού.
4. Αβυσσαία ζώνη: Αρχίζει ουσιαστικά από το βάθος των 3.801 μ (αντί 4.001 μ.) και φθάνει σε βάθος 6.000 μ. και
5. Πλουτώνια ζώνη ή Ζώνη του Άδη: Αρχίζει από βάθος 6.001 μ. και θεωρητικά καταλήγει σε βάθος 10.000 μ ή το μέγιστο των ωκεανών. Η τελευταία αυτή ζώνη σε αντίθεση με τις προηγούμενες, στις παραστατικές απεικονίσεις (άξονα καθέτων) παρουσιάζει καμπύλη σχεδόν κάθετη.
Οι παραπάνω διαστρωματώσεις είναι οι πλέον σύγχρονες στις οποίες έχουν καταλήξει βιολόγοι και κυρίως ωκεανολόγοι ερευνητές εκ του γεγονότος ότι κάθε διαστρωμάτωση αποτελεί ιδιαίτερο βιότοπο του πλαγκτού, νηκτού και βένθους.

Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2007

Ο Άνηθος.

Ο Άνηθος ανήκει στην οικογένεια των σκιαδοφόρων. Είναι ιθαγενές, μονοετές φυτό των Μεσογειακών χωρών και της νότιας Ρωσίας.

Το ύψος του φτάνει τα 80 εκατοστά, ο βλαστός του είναι κοίλος και γραμμωτός, η ρίζα γογγυλώδης, τα φύλλα του πτερωτά νηματοειδή.

Ο άνηθος ήταν γνωστός στην Αρχαία Ελλάδα με τις ονομασίες άνηθον και άνησον. Από τα άνθη του παρασκεύαζαν άρωμα ενώ το πρόσθεταν σε διάφορα κρασιά που είχαν την ονομασία ανηθίτης οίνος. Ακόμα, στεφάνωναν τους νικητές με ανθισμένα κλαδιά άνηθου, και με το αιθέριο έλαιο των καρπών του άλειφαν το σώμα τους οι αθλητές γιατί το θεωρούσαν χαλαρωτικό και τονωτικό των μυών.

Σήμερα το φυτό χρησιμοποιείται στη μαγειρική σε σαλάτες,σούπες,διάφορες σάλτσες και αλλού.

Το χαρακτηριστικό του άρωμα μοιάζει με αυτό του γλυκάνισου και τα σπόρια του χρησιμοποιούνται στον αρωματισμό διαφόρων φαγητών, ενώ μπορεί να διατηρηθεί και αποξηραμένος.

Στη φαρμακευτική θεωρείται καλό κατά διαφόρων κολικών, σαν διουρητικό και τονωτικό.

Καλλιεργείται πλέον σε ευρύτερη κλίμακα στην Ευρώπη, τη Βόρεια Αμερική και την Ασία. Η Ινδία είναι πρώτη στον κόσμο σε παραγωγή άνιθου. Ακολουθούν η Κίνα, το Μεξικό και η Ισπανία.


Technorati Profile

Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2007

Θαλάσσια ζώνωση.

Θαλάσσια ζώνωση είναι ένας σχετικά σύγχρονος όρος στην Υδροβιολογία και Ωκεανογραφία. Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζεται η βυθομετρική διαίρεση ενός ωκεανού, θάλασσας ή λίμνης σε παράλληλες μεταξύ τους ζώνες από την επιφάνεια μέχρι του βυθού. Έτσι σε μια κάθετη νοητή τομή του υγρού στοιχείου στους παραπάνω χώρους διακρίνονται οι παρακάτω πέντε βυθομετρικές ζώνες:

1. Επιπελαγική ζώνη: Αρχίζει από την επιφάνεια μέχρι βάθους 100 μέτρων, λέγεται και ζώνη φωτός.
2. Μεσοπελαγική ζώνη: Αρχίζει από τα 101 μ. και φθάνει σε βάθος τα 1000 μ.,.
3. Βαθυπελαγική ζώνη: Αρχίζει από τα 1001 μ. και φθάνει σε βάθος τα 4.000 μ., λέγεται επίσης και ζώνη βαθιάς θάλασσας. Υπόψη ότι το βάθος των 3.800 μ. θεωρείται μέσο βάθος ωκεανού.
4. Αβυσσαία ζώνη: Αρχίζει ουσιαστικά από το βάθος των 3.801 μ (αντί 4.001 μ.) και φθάνει σε βάθος 6.000 μ. και
5. Πλουτώνια ζώνη ή Ζώνη του Άδη: Αρχίζει από βάθος 6.001 μ. και θεωρητικά καταλήγει σε βάθος 10.000 μ ή το μέγιστο των ωκεανών. Η τελευταία αυτή ζώνη σε αντίθεση με τις προηγούμενες, στις παραστατικές απεικονίσεις (άξονα καθέτων) παρουσιάζει καμπύλη σχεδόν κάθετη.
Οι παραπάνω διαστρωματώσεις είναι οι πλέον σύγχρονες στις οποίες έχουν καταλήξει βιολόγοι και κυρίως ωκεανολόγοι ερευνητές εκ του γεγονότος ότι κάθε διαστρωμάτωση αποτελεί ιδιαίτερο βιότοπο του πλαγκτού, νηκτού και βένθους.


Αστραδενή.

Κοιμάμαι; Ναι, φαίνεται κοιμήθηκα. Η μάνα μου με σκουντάει. 'Εχει κάτσει στο κρεβάτι.

"'Ελα, σήκω. Να πάτε να ψωνίσετε με τον πατέρα σου."

Πετιέμαι στη στιγμή. Διορθώνω λίγο τα ρούχα μου. Τα καλά μου φοράω ακόμα... Να μην ξεχάσω την κατσαριδόσκονη.

"Χρειαζόμαστε, λέει η μάνα μου, ρολ, σαπούνι για τα πιάτα, ένα πακέτο ρύζι, καφέ και ζάχαρη. Κι ένα κουτί γάλα. Και χαρτί για τον καμπινέ. Και χαρτοπετσέτες. Και ντομάτα πελτέ. Και λάδι, ένα μπουκάλι".

Πήραμε την τσάντα - την άσπρη - την καμποτένια, να τα βάλουμε μέσα.

Ανεβήκαμε τη σκαλίτσα και βγήκαμε στο δρόμο. Πολλά αυτοκίνητα. Πάρα πολλά αυτοκίνητα. 'Αλλα είναι σταματημένα κι άλλα περνάνε συνέχεια. Και το πεζοδρόμιο γεμάτο. Παιδάκια με ποδιές και τσάντες κατηφορίζουν σαν ποτάμι. Σαν ν' άνοιξες μια βρύση και τρέχουν παιδάκια. Τι περίεργο πράγμα!... Μόνο σ' αυτό το πεζοδρόμιο έχει παιδιά. Και μόνο κατηφορίζουν... Και τι δουλειά έχουν τα παιδιά τέτοια ώρα;... 'Εξι το απόγευμα;... Λες... να κάνουν μάθημα από το πρωί ως τώρα; Λες... στην Αθήνα να έχουν πιο πολλά μαθήματα απ' τη Σύμη; Να μαθαίνουν πιο πολλά;...

Ο πατέρας με πήρε απ' το χέρι και περάσαμε απέναντι. 'Ωστε αυτό είναι το σούπερ - μάρκε! Μώρη!... Τι μαγαζί είναι αυτό!... Τεράστιο!... Στέκομαι σε μια βιτρίνα και βλέπω μέσα. Ποπό! Από πάνω μέχρι κάτω έχει ράφια με πράγματα. Ο πατέρας ανοίγει την πόρτα και μπαίνουμε.

Τι φώτα είναι αυτά!... Ούτε τα Χριστούγεννα στο Σύλλογο δεν έχει τόσα φώτα!...

Μπροστά μας είναι ένας φράχτης από σίδερα. Στέκομαι λίγο. Κοιτάω τον πατέρα. Στέκεται κι αυτός. Μας πλησιάζει ένας κοντόχοντρος κύριος με καμπαρντίνα.

"Την τσάντα να την αφήσετε εδώ", μας λέει.

"Μα θα βάλουμε μέσα τα ψώνια μας", του λέει ο πατέρας.

"Θα σας δώσουμε εμείς σακούλες. Δεν επιτρέπονται τσάντες, όσο ψωνίζετε. Ορίστε και η διαταγή της αστυνομίας", μας λέει και μας δείχνει ένα χαρτί στον τοίχο.

Αφήνουμε την τσάντα στην άκρη που μας είπε ο κύριος. Περνάμε ένα σίδερο σαν σταυρό που γυρίζει. Μόνο ένας χωράει σε κάθε χώρισμα, κι έτσι, θες δε θες, περνάς μόνος σου μέσα.

'Οταν κουρεύουνε τ' αρνιά - πάνω στα μαντριά - έτσι κάνουνε. Χωρίς σίδερα βέβαια. Σε μια μεριά κάθεται αυτός που κουρεύει με την ψαλίδα του. Ο βοσκός έχει μαντρώσει στο μικρό μαντρί τ' ακούρευτα αρνιά, αφήνει να περνάει ένα ένα, το πιάνει ο κουρέας, το διπλώνει κάτω, όπως ξέρει αυτός, και σε δυο λεφτά τ' αρνί είναι κουρεμένο. Το πάνε στο άλλο μαντρί που 'χει τα κουρεμένα. 'Αμα δεν κάνεις έτσι, τότε τα μαλλιά θα σκορπίσουν και θα βρομίσουν. Και θα χάνεις και ώρα να βρίσκεις ποιο είναι κουρεμένο και ποιο ακούρευτο. 'Ετσι πρέπει να κάνεις στο μαντρί. Εδώ όμως; Γιατί ένας ένας;...

"Θα διαλέξουμε μόνοι μας, όπως μας είπε η Μαρία, και μετά θα πληρώσουμε, έτσι, πατέρα;"

"Ναι, μου λέει ο πατέρας. Να, εδώ πρώτα πρώτα έχει καφέδες. 'Ελα να βρούμε τον καφέ μας".

Σπάραγμα.

Σπάραγμα βυζαντινού Ευαγγελισταρίου του 7ου αιώνα .Η επίδραση που αυτή η έννοια είχε στην εκκλησιαστική μουσική ήταν τριπλή: κατ' αρχάς, αναπαρήγαγε μια ιδιαίτερα συντηρητική στάση απέναντι στη μουσική σύνθεση αφετέρου, σταθεροποίησε τη μελωδική παράδοση ορισμένων ύμνων και τρίτον, συνέχισε, για κάποιο διάστημα, την ανωνυμία του συνθέτη. Γιατί εάν ένα άσμα είναι θεϊκής προέλευσης, κατόπιν η αναγνώριση που λαμβάνει ο «μεταφορέας» μελλοντικά οφείλει να είναι ελάχιστη. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα όταν εξετάζουμε τους ύμνους που φέρονταν να ψάλησαν για πρώτη φορά από αγγελικές χορωδίες - όπως το Αμήν, Αλληλούια, το Τρισάγιον και η Δοξολογία. Συνεπώς, μέχρι τους χρόνους των Παλαιολόγων, ήταν ασύλληπτο για έναν συνθέτη να τοποθετήσει το όνομά του κάτω από ένα χειρόγραφο μουσικό κείμενο.

Οι ιδέες της πρωτοτυπίας και της ελεύθερης σύνθεσης παρόμοιες με εκείνες που εμφανίστηκαν στην πιο πρόσφατη μουσική πιθανώς δεν υπήρξαν ποτέ στους πρώιμους βυζαντινούς χρόνους. Η ίδια η έννοια της χρησιμοποίησης παραδοσιακών μεθόδων (ή μελωδικών τύπων) ως συνθετική τεχνική παρουσιάζει αρχαΐζουσα αντίληψη στο λειτουργικό άσμα, και είναι μερικώς αντίθετη της ελεύθερης, αυθεντικής δημιουργίας. Μοιάζει καταφανές ότι τα άσματα του βυζαντινού ρεπερτορίου που βρίσκεται στα μουσικά χειρόγραφα από το δέκατο αιώνα μέχρι την εποχή της τέταρτης σταυροφορίας (1204 - 1261), αντιπροσωπεύουν το τελικό και μόνο επιζών στάδιο μίας εξέλιξης, οι αρχές της οποίας επιστρέφουν τουλάχιστον στον έκτο αιώνα και ενδεχομένως ακόμη και στο άσμα της Συναγωγής. Ποιες ακριβώς αλλαγές πραγματοποιήθηκαν στη μουσική κατά τη διάρκεια του διαμορφωτικού σταδίου είναι δύσκολο να ειπωθούν αλλά ορισμένα άσματα χρησιμοποιούμενα ακόμη και σήμερα ίσως να ρίχνουν φως στο θέμα. Αυτά περιλαμβάνουν τύπους απαγγελίας, μελωδικούς τύπους, και τις τυποποιημένες φράσεις που είναι εμφανείς στη λαϊκή μουσική και την παραδοσιακή μουσική διαφόρων πολιτισμών της ανατολής, συμπεριλαμβανομένης της μουσικής των Εβραίων.



Χαρακτηριστικό γνώρισμα της τελετής της Θείας Λειτουργίας ήταν η ενεργός δράση των πιστών στην απόδοσή, ιδιαίτερα στην απαγγελία των ύμνων, των αποκρίσεων και των ψαλμών. Οι όροι χορός, κοινωνία, Εκκλησία χρησιμοποιούνταν ως ταυτόσημοι στην πρώιμη βυζαντινή Εκκλησία. Στους ψαλμούς 149 και 150, οι Εβδομήκοντα μετέφρασαν την εβραϊκή λέξη machol στα ελληνικά ως χορός. Κατά συνέπεια, η πρώιμη εκκλησία δανείστηκε αυτήν την λέξη από την κλασσική αρχαιότητα ως προσδιορισμό για την κοινότητα, τη λατρεία και τον αίνο στον ουρανό και τη γη. Σε λίγο, εντούτοις, μια κληρικαλιστική τάση άρχισε να φανερώνεται στη γλωσσική πρακτική, ιδιαίτερα μετά τη Σύνοδο της Λαοδικείας, της οποίας ο δέκατος πέμπτος κανόνας επέτρεπε μόνο στους κανονικούς ψάλτες να συμμετέχουν σε χορωδίες εκκλησιών. Η λέξη "χορός" πλέον αναφέρονταν στην ειδική τάξη του κατώτερου κλήρου που έψαλλε στους ναούς- ακριβώς όπως, μιλώντας αρχιτεκτονικά, η χορωδία έγινε μια ιδιαίτερη περιοχή κοντά στο Ιερό - και ο χορός έγινε τελικά αντίστοιχος με τη λέξη κλήρος.

Η ανάπτυξη υμνογραφικών μορφών μεγάλης κλίμακας αρχίζει τον πέμπτο αιώνα με την άνοδο του Κοντακίου, ενός εκτενούς και περίτεχνου μετρικού κηρύγματος, προερχόμενου κατά πάσα πιθανότητα από την περιοχή της Συρίας, το οποίο βρίσκει το αποκορύφωμά του στο έργο του Αγίου Ρωμανού του Μελωδού(έκτος αιώνας). Αυτό το ποιητικό κήρυγμα, που παραφράζει συνήθως κάποια βιβλική αφήγηση, περιλαμβάνει περίπου 20 έως 30 στροφές και ψάλεται κατά τη διάρκεια του Όρθρου σε απλό και άμεσο συλλαβικό ύφος (μία νότα ανά συλλαβή). Οι προγενέστερες μουσικές εκδοχές, εντούτοις, είναι "μελισματικές" (δηλαδή πολλές νότες ανά συλλαβή του κειμένου), και ανήκουν στην περίοδο του ένατου αιώνα και μεταγενέστερα όταν μειώθηκαν τα κοντάκια στο προοίμιο και τον πρώτο οίκο. Στο δεύτερο μισό του έβδομου αιώνα, το κοντάκιο αντικαταστάθηκε από έναν νέο τύπο ύμνου, τον Κανόνα, που εγκαινιάστηκε από τον Άγιο Ανδρέα Κρήτης(660 – 740 περίπου) και αναπτύχθηκε από τους Αγίους Ιωάννη Δαμασκηνό και Κοσμά Ιεροσολυμίτη(και οι δύο τον όγδοο αιώνα).

Πέμπτη 7 Δεκεμβρίου 2006

Vertigo by Donald.

donald

Death spiral
is an element of pair skating performed with the man in a pivot position,
one toe anchored in the ice.
Holding his hand, the woman circles her partner on a deep edge
with her body almost parallel to the ice.

Death spirals
can be performed in all four variants
of inside/outside and forward/backward edges.
The outside edge death spirals
are considered more difficult than the inside edge variants,
with the forward outside death spiral the most difficult of all.

The backward outside death spiral
was invented in the early 1900's,
although it was first performed with the skaters holding both hands
and the lady not fully lowered towards the ice.
The current one-handed version was developed in the 1940's
by the Canadian pair Suzanne Morrow and Wallace Diestelmeyer.
The other death spiral
variants were invented by
Ludmila Belousova and Oleg Protopopov in the 1960's.


In the photos
the pair perfoming Death Spiral
is Maria Petrova & Alexei Tikhonov.


donald